Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!


Η Θεσσαλονίκη στη Γερμανική Κατοχή (1941-1944): κοινωνία, οικονομία, διωγμός Εβραίων.



Καβάλα Μαρία
Πανεπιστήμιο Κρήτης, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Τύπος: Διατριβές

Στη διδακτορική διατριβή με τον παραπάνω τίτλο εκτίθενται πτυχές της κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας της Θεσσαλονίκης στο διάστημα της γερμανικής κατοχής με στόχο να γίνουν κατανοητές οι κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες της περιόδου στην πόλη και οι συνέπειές τους. Η μελέτη στηρίζεται σε γραπτές πηγές, μετρήσιμα στοιχεία αλλά και σε προφορικές μαρτυριίες.

Ο πόλεμος βρήκε την πόλη με υψηλό ποσοστό ανέργων, με το συνδικαλιστικό και δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα αποδιοργανωμένα λόγω των σκληρών αντικομμουνιστικών μέτρων του καθεστώτος Μεταξά. Την βρήκε με το Κ.Κ.Ε. στην παρανομία αλλά τα αντικομμουνιστικά μέτρα να διευρύνουν το λαϊκό του έρεισμα, με την Ισραηλιτική  Κοινότητα  της πόλης να απολαμβάνει φιλικής πολιτικής από το καθεστώς Μεταξά για λόγους ευρύτερων ισορροπιών στη Μακεδονία, χωρίς όμως η πολιτική αυτή να αμβλύνει πραγματικά τις αντιθέσεις Ελλήνων και Εβραίων, ενώ τα μέλη της αντισημιτικής Ε.Ε.Ε. που διαλύθηκε, να έχουν καταφύγει στην Ε.Ο.Ν. Τα υπάρχοντα κοινωνικά προβλήματα επιδεινώθηκαν και νέα δημιουργήθηκαν. Στη Θεσσαλονίκη σε αντίθεση με την Αθήνα και τα νησιά, η πείνα δεν συνδέθηκε με εκατόμβες θυμάτων, παρά τον υψηλό αριθμό απόρων και προσφύγων από Αν. Μακεδονία και Θράκη. Αυτή αντιμετωπίστηκε με διαδρομές στις κοντινές παραγωγικές ζώνες, με τα συσσίτια, τους συνεταιρισμούς, την εργασία σε γερμανικά έργα και υπηρεσίες, αλλά και με τη μαύρη αγορά, που ήταν στο κέντρο της κατοχικής οικονομίας. Ο χώρος του επισιτισμού ανέδειξε νέες συλλογικές μορφές διεκδίκησης (συνεταιρισμοί, Ε.Ε.Α.Μ., Ε.Α.Μ. και οι οργανώσεις πόλης,), έγινε πεδίο σύγκλισης (οργανώσεις πόλης Ε.Α.Μ. και Εκκλησία - κατηχητικά), αντιθέσεων της κοινωνίας (παραδοσιακοί φορείς αρωγής – νέοι φορείς, Έλληνες Εβραίοι - Έλληνες), ατασθαλιών (κρατικές αρχές, Γερμανοί και συνεργάτες), άσκησης προπαγάνδας και ελέγχου εκ μέρους των ελληνικών και γερμανικών αρχών προς τον πληθυσμό.

Την ίδια στιγμή που το υψηλό ποσοστό ανέργων και απόρων της πόλης αλλά και οι μισθωτοί αναζητούσαν λύσεις επιβίωσης, οι βιομηχανίες ειδών διατροφής και ένδυσης, φαρμάκων και χημικών λειτουργούσαν υπό ανεκτές συνθήκες ως επιταγμένες από τους Γερμανούς και υπό ευνοϊκές συνθήκες ως βασικοί εκτελεστές των παραγγελιών τους. Ωστόσο περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ιδρύσεις ή επεκτάσεις μικρών βιομηχανικών ή βιοτεχνικών επιχειρήσεων, που συνεχίστηκαν σε όλο το κατοχικό διάστημα. Από την άλλη οι έμποροι έβρισκαν αντίστοιχους τρόπους να κερδοσκοπήσουν μέσα από τη νέα κατάσταση. Εδώ διακρίνεται η ανάδυση κάποιων επιχειρηματιών που αξιοποίησαν τις κατοχικές συνθήκες για να σταθεροποιηθούν στον επιχειρηματικό χώρο και να παραμείνουν σε αυτόν και μεταπολεμικά.

Η ιδιαιτερότητα της Θεσσαλονίκης ως προς την κερδοσκοπία μέσα στην Κατοχή ήταν ότι μετά το 1942, με τον εκτοπισμό των Εβραίων, η εκμετάλλευση των εβραϊκών περιουσιών αποτέλεσε μία νέα πηγή πλουτισμού νομιμοποιημένη και επίσημη για τους Γερμανούς, τους συνεργάτες τους μικρότερους ή μεγαλύτερους, τη δοσιλογική κυβέρνηση. Στη μελέτη ανατρέπεται το κοινωνικό στερεότυπο των «πλούσιων Εβραίων», καθώς αποδεικνύεται ότι ήταν ένας πληθυσμός με πλήρη κοινωνική διαστρωμάτωση και με ένα εύρωστο οικονομικά κομμάτι μικρό αλλά ιδιαίτερα ισχυρό. Επιπλέον μια πρώτη προσέγγιση δείχνει ότι η κινητή περιουσία και ο  χρυσός αυτού του πληθυσμού δεν ήταν αρκετά για να καλύψουν το κόστος κατοχής με τη ρευστοποίησή τους, σύμφωνα με την άποψη που έχει διατυπωθεί στην ιστοριογραφία. Φαίνεται ότι η έρευνα πρέπει να στραφεί στην ακίνητη τους περιουσία και το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε η διασπάθισή της, για να φανεί πώς εμπλέκονται γερμανικές και κρατικές αρχές, συνεργάτες τους και επιχειρηματικοί κύκλοι.

Οι οικονομικές ανισότητες που προκάλεσε ο πληθωρισμός σε συνδυασμό με άλλες τοπικές ιδιαιτερότητες (προηγούμενο εργατικό κίνημα, πρώιμη ένοπλη αντίσταση) έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μαζικότητα της εαμικής ή ευρύτερα αριστερής αντίστασης μέσα στην πόλη από τη μια αλλά και σε σημαντικότατες κοινωνικές συσπειρώσεις εναντίον της από το πλήθος των «νέων πλουσίων» και των επιχειρηματικών κύκλων, σε συνδυασμό με το αντικομμουνιστικό, αντιβουλγαρικό και αντισημιτικό ιδεολογικό παρελθόν της κοινωνίας της.

Η μνήμη της εποποιίας που διατηρήθηκε για την περίοδο της Κατοχής, μπορεί να οφείλεται στις επιλογές της μετέπειτα ιστοριογραφίας, της αυτοβιογραφίας και της λογοτεχνίας ή, σε τελική ανάλυση, στην επιλεκτική μνήμη των ανθρώπων. Ωστόσο η επική μορφή αυτής της μνήμης συνέβαλε στο να λησμονηθεί η σκληρή, συχνά όχι τόσο ηρωική αλλά πάντα ανθρώπινη καθημερινότητα, που δείχνει πώς συνθήκες στέρησης, φόβου, καταπίεσης και ολοκληρωτισμού μπορούν να μεταβάλουν τις αξίες μιας ολόκληρης κοινωνίας, να κλονίσουν τις ισορροπίες της, να ξεγυμνώσουν τις αδυναμίες και τα στερεότυπά της, να φανερώσουν τις ασφαλιστικές δικλείδες της.



Πίσω

Newsletter